Ομιλία Βουλευτή Κ.Σ. ΕΔΕΚ, Κωστή Ευσταθίου, για τον Κρατικό Προϋπολογισμό 2022
Πέμπτη 16.12.2021
Πέμπτη 16.12.2021, από Γραφείο Τύπου

Υπάρχει μία εγγενής αδυναμία της αντιπολίτευσης στις συζητήσεις των Προϋπολογισμών.  Περιορίζεται στον άχαρο ρόλο του ελέγχου των δαπανών που φθάνει μόνον στην αποκοπή ή σταύρωμα κονδυλίων και σε διαπιστώσεις ως προς την φιλοσοφία του προϋπολογισμού μόνον.  Την ίδια στιγμή δεν μπορεί να προκαλέσει ουσιαστικές μεταβολές στον προϋπολογισμό, ενόψει του περιορισμού που τίθεται ως προς την απαγόρευση αύξησης των δαπανών με προτάσεις νόμου ή τροπολογίες.  Έχοντας αυτά υπόψη θα περιορίσω την ομιλία μου σε κάποια σημεία τα οποία θεωρώ άκρως ουσιαστικά, τα οποία καθορίζουν τη θέση μου και τη θέση του κόμματός μου έναντι του Προϋπολογισμού.
 
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση χρειάζεται μεταρρύθμιση. Ήμασταν η πολιτική δύναμη η οποία τολμήσαμε να εισηγηθούμε τον μικρότερο αριθμό νέων δήμων, προκειμένου να μετατρέψουμε την Τοπική Αυτοδιοίκηση ανεξάρτητη, πραγματική και ουσιαστική.  Μακριά από την αντίληψη των κομματικών φέουδων και των εξαρτημένων τοπικών αρχόντων.  Με ουσιαστική αυτονομία στη βάση της αναλογικής εκπροσώπησης και της άμεσης δημοκρατίας. Θα πρέπει να προχωρήσουν οι ενοποιήσεις των Δήμων με γνώμονα τα ιδιαίτερα κοινά χαρακτηριστικά και την προοπτική βιώσιμης ανάπτυξης, αντί την ενοποίηση με βάση πρόσκαιρες κομματικές ή τοπικού χαρακτήρα προτεραιότητες. Διαφωνούμε με τον υπέρμετρο αριθμό που έχει προταθεί, όπως και διαφωνούμε με την εξαφάνιση των ιδιαιτεροτήτων των τοπικών κοινωνιών μέσω υδροκέφαλων απρόσωπων Δήμων.
 
Είναι αποκαρδιωτική η αντίληψη της κυβέρνησης για την εξωτερική πολιτική της Κυπριακής Δημοκρατίας.  Ημικατεχόμενη πατρίδα, η οποία δέχεται ακόμη και σήμερα τον υβριδικό πόλεμο της Τουρκίας σε όλα τα επίπεδα, με προεξάρχον την επέκταση της κατοχής της Αμμοχώστου, την προώθηση και διοχέτευση των μεταναστευτικών ροών και την αμφισβήτηση της ΑΟΖ.  Εξακολουθεί η Κυπριακή Δημοκρατία να διαχειρίζεται τα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής ως πάρεργο και ως περιθωριακής σημασίας, αντί να δώσει την απαιτούμενη προσοχή και προτεραιότητα.  Ένας προϋπολογισμός μίζερος, ουσιαστικά ανύπαρκτος ο οποίος απαξιώνει την ίδια την εξωτερική πολιτική, την ίδια στιγμή που η Τουρκία αλωνίζει στο διεθνή τομέα και επιτυγχάνει όλους της τους στόχους.  Αυτή η κατάσταση δεν είναι αποκομμένη από την αντίληψη περί της πολιτικής ορθότητας, σύμφωνα με την οποία δεν θα πρέπει να δώσουμε λαβή ότι είμαστε μαξιμαλιστές ή αδιάλλακτοι η οποία κατακυριαρχεί στην εξωτερική μας πολιτική.
 
Θέλω να αναφερθώ και σε κάποια άλλα ζητήματα τα οποία απασχολούν και πραγματικά προβληματίζουν και ανησυχούν έντονα. Αναφέρομαι στον τομέα της εκπαίδευσης, η οποία δεν παράγει δυστυχώς παιδεία.  Πρέπει να αντιληφθούμε ότι είμαστε στις τελευταίες θέσεις στην εκπαιδευτική πολιτική και αυτό μπορεί αβίαστα να το διαπιστώσει ο οποιοσδήποτε τρίτος αντικειμενικός παρατηρητής. Δυστυχώς τα σχολεία μας σήμερα δεν ανταποκρίνονται στον ρόλο τους.  Το  σύστημα έχει αποτύχει.  Θα έπρεπε να οραματισθούμε μία νέα αποκεντρωμένη πολιτική παιδείας και εκπαίδευσης, αντί αυτού του συγκεντρωτικού υδροκέφαλου μορφώματος το οποίο αντιστρατεύεται την αριστεία, παράγει μία συνδικαλιστική προσέγγιση και αδικεί τους μαθητές και την νέα γενιά, την οποία αφήνει ουσιαστικά εκτός παιδείας. Τα μοντέλα έχουν αποτύχει.  Ίσως είναι καιρός πλέον να δούμε πολύ σοβαρά τα ζητήματα της παιδείας μακριά από κοντόφθαλμες πολιτικές και μυωπικά πολιτικούς, κομματικούς φακούς.
 
Οι μαθητές και τα παιδιά μας κυριολεκτικά δικαιούνται μόρφωση αλλά και παιδεία. Αντί της ημιμάθειας και αντικοινωνικής συμπεριφοράς, θα πρέπει να προτάσσουμε την αριστεία, τον αυτοσεβασμό, την αυτοπειθαρχία και την συλλογικότητα.  Όλα αυτά λείπουν από την παιδεία μας και το ζήτημα καθίσταται ακόμα πιο σοβαρό και τραγικό εάν αναλογιστεί κανείς την εικόνα που έχει σήμερα η ειδική εκπαίδευση, η οποία ουσιαστικά περιορίζεται σε μία περιθωριακού τύπου προσέγγιση των ζητημάτων στήριξης και προοπτικής που οφείλουμε σαν κοινωνία να δώσουμε σε αυτά τα παιδιά.
 
Στον φετινό Προϋπολογισμό δεν γίνεται ούτε καν μνεία στις νέες αντιλήψεις περί ειδικής εκπαίδευσης οι οποίες έχουν τύχει επεξεργασίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά κυρίως από το Συμβούλιο της Ευρώπης.
 
Ένα άλλο σημείο έχει να κάμει με τον άκρατο φιλελευθερισμό και την αναντίλεκτη δράση του τραπεζικού τομέα στην Κύπρο.  Με βάση τις δικές μου έρευνες και με όλο τον ρίσκο, θεωρώ ότι ο τραπεζικός τομέας στην Κύπρο είναι ο μοναδικός στην Ευρώπη ο οποίος δρα ουσιαστικά ανεξέλεγκτα, χωρίς να τίθενται ουσιαστικοί περιορισμοί στη δράση του, όπως θα έπρεπε.  Είμαστε ίσως η μοναδική χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση στην οποία τράπεζες με τεράστια μεγέθη, αλλά και με πολύ μεγάλα μερίδια της αγοράς δρουν χωρίς κανένα περιορισμό. 
 
Σε άλλες χώρες ευνομούμενες και πολύ πιο σοβαρές από την Κύπρο, τράπεζες οι οποίες παρουσιάζουν μερίδια αγοράς πέραν του 12 ή 13%, λειτουργούν κάτω από αυστηρούς όρους και περιορισμούς.  Δεν μπορούν π.χ. να τερματίζουν όποτε θέλουν μία δανειακή σύμβαση, όπως γίνεται στην Κύπρο, δεν μπορούν να προχωρούν σε εκποιήσεις χωρίς δικαστική απόφαση και εκεί που επιτρέπεται η εκποίηση χωρίς δικαστική απόφαση, προϋπόθεση είναι η συμφωνία αναδιάρθρωσης και η απόφαση περί του αληθούς υπολοίπου της οποιασδήποτε οφειλής.
 
Στην Κύπρο τίποτα δεν συμβαίνει από τα πιο πάνω.  Περιουσίες εκποιούνται στη βάση των όσων οι Τράπεζες ή τα Ταμεία, τα οποία αντικαθιστούν τις Τράπεζες αποφασίζουν ποια είναι η οφειλή, με τον δανειολήπτη να μην μπορεί να κάμει τίποτε απολύτως.
 
Ζητήσαμε να επιτραπεί η αμφισβήτηση του ποσού της οφειλής μέσω Δικαστηρίων, αλλά και να δεσμευτεί η τράπεζα ή το ταμείο ότι πριν την εκποίηση θα έπρεπε να γίνει ουσιαστική διαδικασία αναδιάρθρωσης.  Στις άλλες χώρες αυτή η διαδικασία αποτελεί προϋπόθεση για τη δράση της τράπεζας και μάλιστα οι τράπεζες υποχρεούνται κατά την αναδιάρθρωση να χρηματοδοτήσουν τον δανειολήπτη ώστε να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του.  Υποχρεούνται επίσης να τον χρηματοδοτήσουν προκειμένου να εξαγοράσει ο ίδιος το δάνειό του, παρά να πωληθεί σε τιμή πολύ πιο κάτω της πραγματικής του αξίας στα διάφορα ταμεία. 
 
Τίποτε δεν γίνεται στην Κύπρο.  Η Κύπρος έχει μετατραπεί στο ελτοράτο, στο χρυσορυχείο δηλαδή του τραπεζικού τομέα, πρώτιστα με τη συνδρομή της κυβέρνησης και της πλειοψηφίας αυτής της Βουλής, η οποία ψήφιζε και ψηφίζει νομοσχέδια και νόμους υπέρ των τραπεζών.
 
Φθάσαμε στο σημείο στην Κύπρο οι τράπεζες μεταξύ τους αντί να ανταγωνίζονται να συνεργάζονται με την παροχή πληροφοριών εν σχέσει προς τους δανειολήπτες πελάτες τους, πράγμα πρωτοφανές.   Συνεργάζονται μεταξύ τους, ανταλλάσσουν πληροφορίες, με αποτέλεσμα ο δανειολήπτες να μην έχει πρόσβαση σε κεφάλαια κίνησης ή σε δάνεια προκειμένου να εξοφλήσει την τράπεζά του ή την οφειλή του.  Κατά τα άλλα μιλούμε για μία εύρωστη οικονομία.  Εύρωστη είναι για τις τράπεζες, οι οποίες ούσες στο απυρόβλητο κάνουν επαναλαμβάνω ό,τι θέλουν. 
 
Συζητήσαμε και συζητούμε την πρόσβαση στα Δικαστήρια, κάτι το οποίο είναι αυτονόητο σε μία δημοκρατική κοινωνία.  Παρά τις περσινές υποσχέσεις τούτο δεν έγινε.  Η ασυνέπεια μεταξύ λόγων και έργων είναι ένα άλλο χαρακτηριστικό αυτής της διακυβέρνησης και δεν θα πρέπει ποτέ να μην το έχουμε υπόψη όταν συζητούμε το μέλλον αυτού του τόπου.  Η ολιγοπωλιακή δομή της τραπεζικής αγοράς, οι εναρμονισμένες πρακτικές των τραπεζών μεταξύ τους, η χειραγώγηση της αγοράς από τις τράπεζες και των θυγατρικών τους ταμείων ή εταιρειών ανάπτυξης γης, η ανυπαρξία νομικού πλαισίου αμφισβήτησης της Τράπεζας, η αδυναμία πρόσβασης στα Δικαστήρια, όλα αυτά συνθέτουν την πραγματική εικόνα της Κυπριακής κοινωνίας και οικονομίας σήμερα. 
 

Γραφείο Τύπου
Λευκωσία, 16 Δεκεμβρίου 2021
 

Ανακοινώσεις